- αποθαλάσσωση
- ηη πρώτη φάση της πτήσης ενός υδροπλάνου, κατά την οποία επιτυγχάνεται η αποκόλλησή του από την επιφάνεια της θάλασσας και η άνοδός του στην ατμόσφαιρα.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
αποθαλάσσωση — η η ανύψωση του υδροπλάνου από τη θάλασσα: Η αποθαλάσσωση του υδροπλάνου έγινε σε λίγα δευτερόλεπτα … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
υδροπλάνο — Αεροσκάφος εφοδιασμένο με συστήματα τα οποία του επιτρέπουν να επιπλέει, να αποθαλασσώνεται και να προσθαλασσώνεται. Το υ. διαφέρει από τα αεροπλάνα στο γεγονός ότι δεν διαθέτει τροχούς. Από την άποψη αυτή υπάρχουν δύο τύποι υ.: με σκάφος και με… … Dictionary of Greek
αερόσκαλα — η χώρος στη θάλασσα για την προσθαλάσσωση και αποθαλάσσωση των υδροπλάνων … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)